κερβεροσάνδαλε

κερβεροσάνδαλε
κερβεροσάνδαλε και καταντεσσάνδαλε (Α)
κλητική επικλήσεως ενός χθόνιου δαίμονα στις μαγικές επωδές, δηλ. τα ξόρκια, τών Καρχηδονίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Κέρβερος + -σάνδαλος (< σάνδαλον), πρβλ. μονο-σάνδαλος, χρυσο-σάνδαλος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”